Τετάρτη 24 Απριλίου 2024
weather-icon 21o
Αξιολόγηση προγραμμάτων σπουδών στην Ευρώπη και την Ελλάδα: προθέσεις και προοπτικές

Αξιολόγηση προγραμμάτων σπουδών στην Ευρώπη και την Ελλάδα: προθέσεις και προοπτικές

Η αξιολόγηση των Προγραμμάτων Σπουδών (Π.Σ.) έχει απασχολήσει κατά καιρούς τόσο τους Ευρωπαίους όσο και τους Έλληνες θεωρητικούς της εκπαίδευσης και ιδιαίτερα όλους εκείνους που επιχειρούν τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη πολιτικών εκπαίδευσης. Στη συνέχεια γίνεται προσπάθεια να προσεγγιστεί με σύντομο αλλά περιεκτικό τρόπο η θέση και ο ρόλος της αξιολόγησης των Π.Σ. στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής και ελληνικής εκπαιδευτικής πολιτικής.

Η αξιολόγηση των Προγραμμάτων Σπουδών (Π.Σ.) έχει απασχολήσει κατά καιρούς τόσο τους Ευρωπαίους όσο και τους Έλληνες θεωρητικούς της εκπαίδευσης και ιδιαίτερα όλους εκείνους που επιχειρούν τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη πολιτικών εκπαίδευσης. Στη συνέχεια γίνεται προσπάθεια να προσεγγιστεί με σύντομο αλλά περιεκτικό τρόπο η θέση και ο ρόλος της αξιολόγησης των Π.Σ. στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής και ελληνικής εκπαιδευτικής πολιτικής.

Η αξιολόγηση των Προγραμμάτων Σπουδών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Η διαδικασία της αξιολόγησης βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής (Wastiau-Schluter, 2004, 1-2), καθώς τουλάχιστον από το 1992, η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) φαίνεται να προωθεί συστηματικά τις διαδικασίες αξιολόγησης των προγραμμάτων που αναπτύσσει σχετικά με θέματα παιδείας και κατάρτισης. Σύμφωνα με τα «Συμπεράσματα του Συμβουλίου της 1ης Ιουνίου 1992 για την αξιολόγηση των νέων κοινοτικών προγραμμάτων σε θέματα παιδείας και επαγγελματικής κατάρτισης»:

α) Όλα τα νέα κοινοτικά προγράμματα σε θέματα εκπαίδευσης και επαγγελματικής κατάρτισης πρέπει να αξιολογούνται βάσει κριτηρίων και διαδικασιών προσαρμοσμένων στους στόχους του καθενός, και
β) Η αξιολόγηση αυτή θα πρέπει να περιλαμβάνει μια έκθεση σχετικά με την κατάσταση που επικρατεί πριν από την εφαρμογή του προγράμματος (αρχική έκθεση), μια έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του προγράμματος κατά τα δύο πρώτα έτη (ενδιάμεση έκθεση), προκειμένου να εντοπίζεται η ανάγκη ενδεχομένων προσαρμογών και μια έκθεση που θα συντάσσεται μετά το πέρας του προγράμματος (τελική έκθεση) (Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 151 της 16/06/1992 σ. 0003 – 0004).

Από τα παραπάνω διαπιστώνεται ότι η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων, βρίσκεται εντός των προθέσεων της Ε.Ε., κάτι που δεν μπορεί παρά να σχολιαστεί με θετικό τρόπο. Αν και δεν γίνεται καμιά ιδιαίτερη αναφορά στην αξιολόγηση των Π.Σ. των εκπαιδευτικών αυτών προγραμμάτων, εντούτοις διαφαίνεται ότι η σημασία της αξιολόγησης έχει επισημανθεί από τους εμπνευστές της ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής.

Η Ε.Ε. φαίνεται να ασπάζεται και να προάγει τις διαδικασίες αξιολόγησης στο χώρο της εκπαίδευσης, χωρίς όμως να εξειδικεύει τις προθέσεις της στο επίπεδο της αξιολόγησης των Π.Σ. Η διαπίστωση αυτή εξάγεται από δύο ακόμα σχετικές εκθέσεις-ανακοινώσεις:

α) Στα «Συμπεράσματα του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 1997 σχετικά με την αξιολόγηση της ποιότητας της σχολικής εκπαίδευσης», όπου τονίζεται η σημασία της αξιολόγησης της επίδοσης των μαθητών στις σχολικές δραστηριότητες (Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 001 της 03/01/1998 σ. 0004 – 0005) και
β) Στη «Σύσταση του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 1998 για την ευρωπαϊκή συνεργασία με σκοπό τη διασφάλιση της ποιότητας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση» (Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 270 της 07/10/1998 σ. 0056 – 0059).

Λίγα χρόνια αργότερα, η Ε.Ε. αναγνωρίζει τον ρόλο της αξιολόγησης στη διασφάλιση της εκπαιδευτικής ποιότητας, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τη «Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2001, περί ευρωπαϊκής συνεργασίας για την αξιολόγηση της ποιότητας στη σχολική εκπαίδευση». Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου καλούνται τα κράτη-μέλη να προωθήσουν τις διαδικασίες αξιολόγησης της ποιότητας της σχολικής εκπαίδευσης μέσα από:

α) Την υποστήριξη και τη δημιουργία διαφανών συστημάτων αξιολόγησης της ποιότητας.
β) Την ενθάρρυνση της συμμετοχής των σχολικών παραγόντων, όπως καθηγητών, μαθητών, διευθυντών, γονέων και εμπειρογνωμόνων, στη διαδικασία εξωτερικής αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης στα σχολεία με στόχο να προωθηθεί η κατανομή της ευθύνης για τη βελτίωσή τους.
γ) Την αναβάθμιση της κατάρτισης σε θέματα διαχείρισης και χρήσης εργαλείων αυτοαξιολόγησης.
δ) Την υποστήριξη των σχολείων για να «μαθαίνουν» το ένα από το άλλο σε εθνική και ευρωπαϊκή κλίμακα.
ε) Την ενθάρρυνση της συνεργασίας μεταξύ όλων των αρχών που συμμετέχουν στην αξιολόγηση της ποιότητας στη σχολική εκπαίδευση και την προώθηση της δικτύωσής τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο (Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε. αριθ. L 060 της 01/03/2001 σ. 0052 – 0053).

Εκτός από τη διασφάλιση της ποιότητας στη σχολική εκπαίδευση, η Ε.Ε. επέδειξε ενδιαφέρον και για την ποιότητα των εκπαιδευτικών συστημάτων των κρατών-μελών στο σύνολό τους. Η συνάντηση των ευρωπαίων υπουργών Παιδείας στη Μπολόνια (19 Ιουνίου 1999), το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας (23-24 Μαρτίου 2000), το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης (23-24 Μαρτίου 2001) και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης (15-16 Μαρτίου 2002) επικύρωσαν την αναγκαιότητα προσαρμογής των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών συστημάτων στα νέα δεδομένα της Κοινωνίας της Γνώσης και ανέδειξαν τη συμβολή της εκπαιδευτικής αξιολόγησης στην προσπάθεια αυτή (για περισσότερα βλέπε και Bonnet G., 2004).

Από τη σύντομη αυτή αναφορά στις προθέσεις της Ε.Ε., σχετικά με τη λειτουργία της αξιολόγησης στην εκπαίδευση, θα μπορούσαν να προκύψουν ορισμένες παρατηρήσεις:

  • Η Ε.Ε. φαίνεται να αναγνωρίζει τη συμβολή της αξιολόγησης στην εκπαίδευση και συνιστά στα κράτη-μέλη να προάγουν ανάλογες διαδικασίες στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών τους συστημάτων.
  • Η διαδικασία της αξιολόγησης παρουσιάζεται ως παράγοντας διασφάλισης της ποιότητας, η οποία οφείλει να χαρακτηρίζει τα εκπαιδευτικά συστήματα των κρατών-μελών της Ε.Ε.
  • Στις προθέσεις της Ε.Ε. βρίσκεται η ανάπτυξη μεθόδων και τεχνικών για την αξιολόγηση των προγραμμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης που αυτή προάγει.
  • Ενδιαφέρον, επίσης, επιδεικνύεται από πλευράς της Ε.Ε. για την αξιολόγηση της επίδοσης των μαθητών με σκοπό την ανταπόκρισή τους στις απαιτήσεις της Κοινωνίας της Γνώσης.

Όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει από τα παραπάνω, η αξιολόγηση των Π.Σ., σε επίπεδο ευρωπαϊκής εκπαιδευτικής πολιτικής, δεν φαίνεται να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των αρμόδιων φορέων ή προσώπων. Αν και δεν θα μπορούσε να παραγνωριστεί η εξέχουσα θέση στην οποία έχει τοποθετηθεί η αξιολόγηση στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής εκπαίδευσης, εντούτοις το πεδίο δράσης της δεν φαίνεται να εκτείνεται ως τα Π.Σ.

Η αξιολόγηση των Προγραμμάτων Σπουδών στην Ελλάδα

Καθώς η Ε.Ε. προάγει όλο και περισσότερο τις διαδικασίες αξιολόγησης στον χώρο της εκπαίδευσης, τα κράτη-μέλη προσπαθούν να εναρμονιστούν με την ευρωπαϊκή αυτή προοπτική. Η ελληνική εκπαιδευτική πολιτική, σαφώς επηρεασμένη από τις κατευθύνσεις της Ε.Ε., προώθησε σημαντικά τα ζητήματα αξιολόγησης, αν και σε αυτή την περίπτωση, τα Π.Σ. έμειναν στο περιθώριο. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια σημειώθηκαν εξελίξεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως ελπιδοφόρες.

Στο επίπεδο της υποχρεωτικής εκπαίδευσης αξίζει να αναφερθούν η εισήγηση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου με τίτλο «Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (Ε.Π.Π.Σ.): Για την Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση», που δημοσιεύθηκε το 2000 (Β’ έκδοση) και η πρόταση του ίδιου φορέα σχετικά με το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.).
Στο επίπεδο της ανώτατης εκπαίδευσης, ιδιαίτερα σημαντική κρίνεται η προαγωγή των διαδικασιών διασφάλισης ποιότητας με τον νόμο 3374/05 «Διασφάλιση της ποιότητας στην ανώτατη εκπαίδευση – Σύστημα μεταφοράς και συσσώρευσης πιστωτικών μονάδων – Παράρτημα διπλώματος», ο οποίος κάνει λόγο για την αξιολόγηση των Π.Σ. στην εκπαίδευση.

Το περιεχόμενο του νόμου επικεντρώνεται, κατά κύριο λόγο, στη διασφάλιση της ποιότητας σπουδών στην ανώτατη εκπαίδευση και προτείνει τη διαδικασία της αξιολόγησης ως έναν από τους παράγοντες που συμβάλλουν θετικά προς αυτή την κατεύθυνση. Το ενδιαφέρον εστιάζεται στο κεφάλαιο Α’ με τίτλο «Διασφάλιση της ποιότητας στην ανώτατη εκπαίδευση» και στα επιμέρους άρθρα, τα οποία έχουν ως εξής:

Άρθρο 1) Αντικείμενο, περιεχόμενο και σκοπός της αξιολόγησης
Άρθρο 2) Διαδικασία και όργανα της αξιολόγησης
Άρθρο 3) Κριτήρια και δείκτες της αξιολόγησης
Άρθρο 4) Εσωτερική αξιολόγηση
Άρθρο 5) Διαδικασία εσωτερικής αξιολόγησης
Άρθρο 6) Έκθεση εσωτερικής αξιολόγησης
Άρθρο 7) Εξωτερική αξιολόγηση
Άρθρο 8) Επιτροπή εξωτερικής αξιολόγησης
Άρθρο 9) Έκθεση εξωτερικής αξιολόγησης
Άρθρο 10) Αρχή διασφάλισης της ποιότητας (Α.ΔΙ.Π.) στην ανώτατη εκπαίδευση
Άρθρο 11) Συγκρότηση και μέλη της Α.ΔΙ.Π.
Άρθρο 12) Διοικητική και επιστημονική υποστήριξη της Α.ΔΙ.Π.
Άρθρο 13) Μεταβατικές διατάξεις

Από τη δομή του κεφαλαίου Α’ και από τα περιεχόμενα των επιμέρους άρθρων προκύπτει ως συμπέρασμα ότι η ελληνική εκπαιδευτική πολιτική, εναρμονιζόμενη με τις ευρωπαϊκές επιταγές και στην προσπάθειά της για την προαγωγή και τη διασφάλιση της ποιότητας εκπαίδευσης, αξιοποιεί την αξιολογική διαδικασία προς την κατεύθυνση αυτή.

Επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον μας στο άρθρο 3, διαπιστώνεται ότι ο νομοθέτης προτάσσει ως κριτήρια ή δείκτες αξιολόγησης στην ανώτατη εκπαίδευση τα παρακάτω:

α) Την ποιότητα του διδακτικού έργου: Ενδεικτικά αναφέρονται η αποτελεσματικότητα του διδακτικού προσωπικού, η οργάνωση και η εφαρμογή του διδακτικού έργου, τα εκπαιδευτικά μέσα και οι υποδομές, η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, η συνεργασία μεταξύ διδασκόντων και διδασκομένων, κ.ά.
β) Την ποιότητα του ερευνητικού έργου: Μεταξύ άλλων περιλαμβάνονται η ένταξη της έρευνας στους στόχους της ακαδημαϊκής μονάδας, οι ερευνητικές υποδομές, τα ερευνητικά προγράμματα, η αποτελεσματικότητα του ερευνητικού έργου, η συμμετοχή των φοιτητών ή σπουδαστών στην έρευνα κ.ά.
γ) Την ποιότητα των προγραμμάτων σπουδών: Χαρακτηριστικά αναφέρεται ο βαθμός ανταπόκρισης του Π.Σ. στους στόχους της ακαδημαϊκής μονάδας, η συνεκτικότητα και η λειτουργικότητα του Π.Σ., ο συντονισμός της ύλης των μαθημάτων, η ορθολογική οργάνωση των εκπαιδευτικών θεσμών, το εξεταστικό σύστημα, η υποστήριξη από διαθέσιμες εκπαιδευτικές υποδομές κ.ά.
δ) Την ποιότητα των λοιπών υπηρεσιών: Σε γενικές γραμμές περιλαμβάνεται η αποτελεσματικότητα των διοικητικών υπηρεσιών, οι υπηρεσίες φοιτητικής μέριμνας, οι πάσης φύσεως υποδομές, η διαφάνεια και η αποτελεσματικότητα στη διαχείριση των οικονομικών πόρων και στη χρήση των υποδομών και του εξοπλισμού, κ.ά.

Από τα προαναφερόμενα κριτήρια διαπιστώνεται ότι τα Π.Σ., ιδιαίτερα μέσω της διαδικασίας αξιολόγησής τους, ανάγονται σε καθοριστικό παράγοντα διασφάλισης της ποιότητας της ανώτατης εκπαίδευσης, γεγονός που αναβαθμίζει το συγκεκριμένο επιστημονικό κλάδο και δημιουργεί νέες προοπτικές στον χώρο της εκπαιδευτικής αξιολόγησης.

Η πιο πρόσφατη εξέλιξη στο πεδίο της αξιολόγησης των Π.Σ. συντελέστηκε με τον νόμο 4009/2011, που θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως μετεξέλιξη του νόμου 3374, καθώς επικαιροποιεί την αναγκαιότητα για αξιολόγηση των Π.Σ. στην ανώτατη εκπαίδευση, στο πλαίσιο της διασφάλισης ποιότητας του πανεπιστημιακού έργου. Στον νόμο αυτό, τα Π.Σ. κατέχουν ιδιαίτερη θέση καθώς απαγκιστρώνονται από τη μονοδιάστατη ελληνική πραγματικότητα και λαμβάνουν έναν περισσότερο δυναμικό χαρακτήρα (Π.Σ. συνεργασίας μεταξύ Α.Ε.Ι. της Ελλάδας και της αλλοδαπής, Π.Σ. διά βίου μάθησης, κ.λπ.).

Πιο συγκεκριμένα, αναφορικά στην αξιολόγηση των Π.Σ., τον πρώτο λόγο φαίνεται να έχει η Αρχή Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.), η οποία εξουσιοδοτείται να διαφοροποιεί τις διαδικασίες και τα κριτήρια για την πιστοποίηση της ποιότητας των Π.Σ. στην ανώτατη εκπαίδευση. Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα πάντα με τον νόμο 4009/11, η Α.ΔΙ.Π. συγκροτεί επιτροπή πιστοποίησης για την αξιολόγηση των Π.Σ. η οποία μπορεί:

α) να αξιολογεί περισσότερα από ένα Π.Σ, ιδίως αν η ολοκλήρωση του ενός είναι προϋπόθεση για την εισαγωγή στο άλλο, και
β) να αξιολογεί συναφή Π.Σ.

Ολοκληρώνοντας την αναφορά στην αξιολόγηση των Π.Σ., οφείλει να υπογραμμιστεί η ανάγκη για συστηματοποίηση των διαδικασιών που αποβλέπουν στη διασφάλιση της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου, σε όλες τις βαθμίδες. Ιδιαίτερα για την περίπτωση των Π.Σ., οποιαδήποτε απόπειρα αναθεώρησης ή βελτίωσής τους οφείλει να θέτει στο επίκεντρό της δύο παράγοντες: τη διαδικασία της αξιολόγησης και την αναμονή…εκπλήξεων.

Αναφορές

Wastiau-Schluter P. (2004), Evaluation of Schools Providing Compulsory Education in Europe, http://www.eurydice.org/Documents/EvalS/en/FrameSet.htm.
Bonnet G. (2004), Evaluation of education in the European Union: policy and methodology, in Assessment in Education: Principles, Policy and Practice, Vol. 11, No. 2, Routledge, London, pp. 179-191(13).
ΦΕΚ 189, τ. Α΄, 2-08-2005
ΦΕΚ 195, τ. Α΄, 6-09-2011

Βαγγέλης Κρίκας
Επιστημονικός Συνεργάτης στη Μονάδα Διασφάλισης Ποιότητας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

in.gr

Sports in

Παναθηναϊκός – Μακάμπι Τελ Αβίβ 87-91: Τον «κρέμασε» ο Σλούκας, έκαναν το 0-1 οι Ισραηλινοί

Με το… καλημέρα πλεονέκτημα αντίο για τους πράσινους. έχασαν ξανά από τη Μακάμπι (87-91) που αγωνία για τον Μπόλντγουιν.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ ΜΜΕ Α.Ε.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Τετάρτη 24 Απριλίου 2024